ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

Στον Συνήγορο του Πολίτη (φωτο)

Η ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΝΑΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΩΝ ΚΤΙΣΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΒΕΡΟΙΑΣ. Ο ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΟΥΡΣΟΥΖΙΔΗΣ ΚΑΤΕΘΕΣΕ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΖΗΤΑ ΝΑ ΠΑΡΕΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΘΕΣΗ

ΤΟ ΚΥΡΙΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ "ΒΕΡΟΙΑ" (4/12/23)

Στον Συνήγορο του Πολίτη οδηγήθηκε η υπόθεση της ανέγερσης των κτισμάτων στη βόρεια πλευρά του μνημείου της Παλαιάς Μητρόπολης Βέροιας. Το σημαντικό αυτό θέμα που έφερε στην «επιφάνεια» η εφημερίδα μας, με σχετικό άρθρο του Πολιτικού Μηχανικού Γιώργου Ουρσουζίδη, προκάλεσε μεγάλο ενδιαφέρον των πολιτών οι οποίοι «συσπειρώθηκαν» στην προσπάθεια αυτή να αναδειχθεί το σπουδαίο μνημείο απ΄ όλες τις πλευρές του, και να ανασταλούν οι εργασίες κτισμάτων που προβαίνει η Εφορία Αρχαιοτήτων Ημαθίας.

Ο βεροιώτης Πολιτικός Μηχανικός Γιώργος Ουρσουζίδης με την συμπαράσταση μιας ομάδας Αρχιτεκτόνων και Μηχανικών της πόλης, συνέταξε και κατέθεσε την αναφορά του προς τον «Συνήγορο του Πολίτη», με την οποία ζητείται η θέση της Ανεξάρτητης Αρχής ως προς τα ζητήματα που αφορούν στην αυθεντική ανάδειξη της Παλαιάς Μητρόπολης της Βέροιας και τον έλεγχο νομιμότητας των ενεργειών της ΕΦΑ Ημαθίας για την ανακατασκευή των κτισμάτων σε επαφή με το μνημείο.

Πρόκειται, όπως έχουμε γράψει και στα προηγούμενα δύο ρεπορτάζ,  για τα ισόγεια μαγαζάκια με σπίτια στον όροφο που αγκαλιάζουν ολόκληρη τη Βόρεια πλευρά του μνημείου. Μέχρι το 2007, το κτίριο παρέμενε σε ημιερειπιώδη κατάσταση, χωρίς να έχουν γίνει οι κατάλληλες εργασίες συντήρησης ή αποκατάστασης. Τελικά θα κτίσματα αυτά τον Αύγουστο του 2023 κατεδαφίστηκαν και αντί να αναδειχθεί ολόκληρη βόρεια πλευρά της Παλαιάς Μητρόπολης, η Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας ξεκίνησε πριν λίγες μέρες εργασίες ανακατασκευής και μάλιστα με σύγχρονα υλικά τα οποία δεν έχουν καμία σχέση με το παρελθόν.

Ο Γιώργος Ορσουζίδης αναφερόμενος στην συνέχιση των προσπαθειών του για να σταματήσουν οι εργασίες ανακατασκευής των κτισμάτων και με αφορμή την αναφορά που κατέθεσε στον Συνήγορο του Πολίτη, τόνισε στην εφημερίδα μας πως «δηλώνω, προς κάθε ενδιαφερόμενο, ότι θα συνεργαστώ με οποιοδήποτε θεσμικό φορέα ή φυσικό πρόσωπο, προκειμένου να αποκατασταθεί το μοναδικό μνημείο που μας κληροδοτήθηκε στην αυθεντική του μορφή».  

Για ποιο λόγο να ανεχθούμε την καταστροφή ενός μοναδικού μνημείου

Επί του ζητήματος της διατήρησης και ανακατασκευής των τριών διώροφων κτιρίων σε επαφή με το μνημείο, ο βεροιώτης Πολιτικός Μηχανικός Γιώργος Ουρσουζίδης επισημαίνει στην αναφορά του προς τον Συνήγορο του Πολίτη, τα παρακάτω, με την παράκληση για άμεση απάντηση και την πεποίθηση για αντικειμενική κρίση:

«Κατά κοινή ομολογία, η κατεδάφιση των κτισμάτων που ήταν σε επαφή με το μνημείο κατά μήκος της Βόρειας όψης (οδός Κεντρικής) και η σχολαστική δουλειά της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, έφεραν ένα εξαιρετικό αποτέλεσμα, που ξάφνιασε ευχάριστα τους πολίτες της Βέροιας – και όχι μόνο.

Ένα εντυπωσιακό μνημείο - σχεδόν 1.000 ετών – αποκαλύπτονταν στο κέντρο της πόλης!  Στην αυθεντική του μορφή στην Ανατολική πλευρά και στο μεγαλύτερο μέρος της Βόρειας, καθώς η Νότια κατασκευάστηκε εκ νέου πάνω στα ίχνη του Νότιου κλίτους, που είχε καταρρεύσει κατά το παρελθόν.

Δυστυχώς η εξαίρεση από την κατεδάφιση των τριών μεταγενέστερων αυθαίρετων κτισμάτων που καλύπτουν σημαντικό τμήμα της Δυτικής όψης και μικρότερο της Βόρειας - σε αντίθεση με τα υπόλοιπα που κατεδαφίστηκαν -  ξάφνιασε δυσάρεστα, αφού θα είχε ως άμεση συνέπεια να παραμείνεικαλυμμένο το Βόρειο – Δυτικό τμήμα του μνημείου, να παραμένει «θαμμένο» στη γη τμήμα της Δυτικής όψης, όπως και το αρχικό δάπεδο του αύλειου χώρου μπροστά από την κύρια είσοδο.

 Όμως, έχοντας υπόψη την ημιερειπιώδη κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει το μνημείο μέχρι το 2010, και αντικρίζοντας το κόσμημα που αποκτούσε η πόλη - μετά την ολοκλήρωση των εργασιών το 2016 - ήταν λογικό να εμπιστευθούμε την κρίση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, μη αντιδρώντας στη διατήρηση και «αποκατάσταση» των τριών κτισμάτων της Βόρειο-Δυτικής πλευράς.

Για τα υπόψη τρία κτίσματα, ενώ στην αρχική απόφαση του ΥΠΠΟ προβλέπονταν ηκατεδάφισή τους και για κάποιο λόγο στη συνέχεια… εξαιρέθηκαν – ποτέ δε μάθαμε την τεκμηρίωση που ανέτρεψε την αρχική,  την ορθή απόφαση για την κατεδάφισή τους! Νοιώσαμε δυσάρεστα για αυτή την εξέλιξη, αφού η «αποκατάσταση»των τριών κτιρίων σημαίνει ταυτόχρονα και τη διαιώνιση της αυθαιρεσίας και της βάναυσης προσβολής του μνημείου.

Το 2022 ξεκινούν οι εργασίες αποκατάστασης (χρηματοδότηση ΕΣΠΑ) αυτών των τριών κτισμάτων, η Προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας Αγγελική Κοτταρίδη για τα υπόψη  κτίσματα δηλώνει στο euractiv.gr:«Ευτυχώς, κάτω από τις άθλιες τσιμεντοσανίδες, υπάρχουν ακόμη αρκετάστοιχεία και επίσης υπάρχουν οι φωτογραφίες των αρχών του 20ου αιώνα, έτσι μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για την ορθότητα της μελέτης και της αποκατάστασης… Στο τέλος του 2022 ένα μικρό, αλλά πολύ σημαντικό κομμάτι της εικόνας του εμπορικού δρόμου που ήταν για πολλούς αιώνες η καρδιά της πόλης, θα έχει αποκατασταθεί. Στο μαγαζί που υπήρχε και θα εξακολουθήσει να υπάρχει στο ισόγειο οι περαστικοί θα βρίσκουν βιβλία και τα πωλητέα των μουσείων, ενώ στον όροφο θα είναι το κέντρο εκπαίδευσης και πληροφόρησης για την εκκλησία-μουσείο, αλλά και για όλη την βυζαντινή Βέροια… Και ίσως η αποκατάσταση αυτού του συνόλου να γίνει αφορμή να δούμε και άλλα όμορφα κομμάτια της παλιάς βεροιώτικης αγοράς να απελευθερώνονται από τις παράταιρες παρεμβάσεις και να ξαναβρίσκουν την παλιά ομορφιά και την γραφικότητα τους… Μεράκι και - γιατί όχι; - επιχειρηματικό δαιμόνιο να υπάρχει!….».

Όμως, η μεγάλη έκπληξη ήρθε τον Αύγουστο του 2023, όταν μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα δαπανηρών εργασιών «αποκατάστασης», ξαφνικά τα τρία διώροφα κτίσματα… κατεδαφίστηκαν! Αντικρίζοντας πλέον – πίσω απ τη σκαλωσιά και τη λινάτσα - για πρώτη φορά, μετά από αιώνες, τη Δυτική όψη του μνημείου, έστω και μισή, αφού η άλλη μισή παραμένει «θαμμένη» στη γη, αλλά και μέρος της Βορεινής, νοιώσαμε ικανοποίηση, πλην όμως, κράτησε μόλις μια μέρα!                   

 Οι σκαλωσιές και η λινάτσα παρέμειναν (άραγε γιατί καί στους δύο ορόφους;),  ξεκίνησαν αμέσως εργασίες αποτύπωσης των ευρημάτων που αποκαλύφθηκαν κάτω από το δάπεδο των καθαιρεμένων πλέον κτισμάτων, στο επίπεδο του αύλειου χώρου της αρχικής - προ χιλιετίας - κατασκευής του Ναού και στη συνέχεια η σκυροδέτηση επιφανειακής θεμελίωσης προκειμένου να ανεγερθούν εκ νέου τα υπόψη κτίσματα! Αξίζει να τονιστεί, ότι ενώ εκτελούνταν εργασίες αποτύπωσης, τα σίδερα για τον οπλισμό της θεμελίωσης… ήταν ήδη εκεί(βλ.φωτο), η απόφαση για κατεδάφιση και ανακατασκευή ήτανπροειλημμένη. Έγινε πλέον σαφές, πως είχε προηγηθεί η μελέτη ανακατασκευής - και μάλιστα, με πλήρη ωριμότητα  - αφού ήδη είχε διαστασιολογηθεί θεμελίωση!

Αξίζει να τονιστεί ξανά, ότι ποτέ δεν ενημέρωσε η τοπική Εφορεία Αρχαιοτήτων, ούτε το ΥΠΠΟ, για ποιο λόγο εξαίρεσε από την κατεδάφιση τα υπόψη τρία κτίσματα!

Η εξέλιξη αυτή θέτει – εκτός των άλλων - ζήτημα αξιοπιστίας της διοίκησης, ως προς την ανάδειξη του μνημείου, αφού άλλαξε τρεις φορές θέση, αρχικά πρότεινε την κατεδάφιση όλων των αυθαιρέτων κτισμάτων – και ορθά -  στη συνέχεια εξαίρεσε τα τρία απ αυτά προκρίνοντας την αποκατάστασή τους και τέλος τα… κατεδάφισε για ναανακατασκευαστούν, και μάλιστα,με σύγχρονα υλικά !!

 Αναντίρρητα το μοναδικό αυτό μνημείο πρέπει να ανακτήσει την αυθεντική του μορφή - η αυθεντικότητα είναι το κυριότερο συστατικό της υπόστασης ενός μνημείου – ζητούμενο για κάθε ευνοούμενη κοινωνία, που σέβεται την ιστορία  της και τον πολιτισμό της.

Πρέπει να απαντηθούν – τα αναπάντητα – μέχρι στιγμής ερωτήματα :

Ποια ήταν η τεκμηρίωση της αρχικής απόφασης, που προέβλεπε την αποζημίωση των  φερόμενων ιδιοκτήτων, προκειμένου να κατεδαφιστούν  όλα τα κτίρια σε επαφή με το μνημείο, ώστε να αναδειχθεί το μνημείο και ο αύλειος χώρος στην αυθεντική του μορφή.

Με ποια τεκμηρίωση η διοίκηση άλλαξε θέση και εξαίρεσε από την κατεδάφιση τα τρία κτίρια;

Για ποιο λόγο, ενώ ξεκίνησαν εργασίες «αποκατάστασης» των τριών κτιρίων, και συνεχίστηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα, στη συνέχεια κατεδαφίστηκαν προκειμένου να ανακατασκευαστούν;

Μετά την κατεδάφιση των τριών κτιρίων, αποκαλύφθηκε ένα αξιόλογο τμήμα του αρχικού αύλειου χώρου του μνημείου(στη Β.Δ. πλευρά), το οποίο  δεν καλύφθηκε από τη θεμελίωση οπλισμένου σκυροδέματος που ακολούθησε, προκειμένου να  αποτελεί «διάκοσμο/μαρτυρία» στο δάπεδο των υπό ανέγερση κτιρίων.  Δεν είναι άραγε, πολύ πιθανόν, μπροστά από την Δυτική, την κύρια είσοδο, να υπάρχει κάτι ανάλογο ή κάτι ακόμη πιο αξιόλογο; ( Κάτω απ το νέο γυάλινο κατώφλι - που τοποθετήθηκε κατά την πρόσφατη αποκατάσταση του μνημείου - φαίνεται το αρχικό, το μαρμάρινο, το αυθεντικό. Το γυάλινο τοποθετήθηκε για να μαρτυρά, πια ήταν η στάθμη εισόδου στο ναό, καθώς και του περιβάλλοντα χώρου).

Σχετικά με τη χρηματοδότηση του έργου, πρέπει να ελεγχθεί  η δαπάνη για την «αποκατάσταση» κτιρίων, που στη συνέχεια κατεδαφίστηκαν και εν τέλει… ανακατασκευάζονται! Ποια είναι η θέση του φορέα χρηματοδότησης του έργου;

Από πολεοδομική άποψη, πρέπει να ελεγχθεί εάν τα υπό ανέγερση κτίρια κατασκευάζονται εντός των ορίων που θέτει το ρυμοτομικό σχέδιο της πόλης.      

Τα αυτονόητα:

Με δεδομένο ότι, η αυθεντικότητα είναι το κυριότερο συστατικό της υπόστασης ενός μνημείου και οποιαδήποτε προσθήκη σε ένα μνημείο με τα χαρακτηριστικά της Παλαιάς Μητρόπολης της Βέροιας, αποτελεί ύβρη, καταστρέφει το θαυμαστό, ιστορικό, παλίμψηστο της πόλης και τη δυνατότητα των πολιτών να απολαύσουν και να «διαβάσουν» την ιστορία της πόλης τους, τίθενται τα αυτονόητα ερωτήματα:

Για ποιο λόγο να ανεχθούμε την καταστροφή ενός μοναδικού μνημείου της μεσοβυζαντινής περιόδου, του πιο αξιόλογου της Μακεδονίας;

Για πιο λόγο να μη σεβαστούμε ένα μοναδικό μνημείο που σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε προ χιλιετίας και για πολλούς αιώνες παρέμεινε να δεσπόζει στο χώρο και να απολαμβάνει το σεβασμό των κατοίκων – Χριστιανών και μη;».

Μνημείο με αγιογραφίες υψηλής τέχνης

Επίσης ο Γιώργος Ουρσουζίδης στην αναφορά του στον Συνήγορο του Πολίτη, κάνει εκτενή, όπως αξίζει, καταγραφή της ιστορικής και σημαντικής αξίας του μνημείου της Παλαιάς Μητροπολης, ενός κορυφαίου στη Μακεδονία.

Συγκεκριμένα τονίζει τα εξής:

«Η Παλαιά Μητρόπολη της Βέροιας είναι ένας από τους μεγαλύτερους μεσοβυζαντινούς ναούς των Βαλκανίων, χτισμένος τη δεκαετία 1070-1080 από τον επίσκοπο της πόλης Νικήτα.  Πρόκειται για μια αριστουργηματικής αρχιτεκτονικής τρίκλιτη βασιλική που παρουσιάζει ομοιότητες στο σχήμα με τον παλαιοχριστιανικό ναό του Αγ. Δημητρίου στη Θεσσαλονίκη.

Τα χαρακτηριστικά εκείνα που προσδίδουν στην Παλαιά Μητρόπολη μοναδικότητα και ιδιαίτερη αρχιτεκτονική, καλλιτεχνική και ιστορική αξία είναι η ενσωμάτωση παλαιοχριστιανικών προτύπων, δίνοντας την εντύπωση ενός αρχαιότερου ναού σε σύγκριση με τα αντίστοιχα μνημεία της ίδιας περιόδου, καθώς και ο εντυπωσιακός τοιχογραφικός διάκοσμος, ο οποίος φιλοξενεί μερικά από τα σπουδαιότερα έργα βυζαντινής ζωγραφικής του 12ου, 13ου και 14ου αιώνα.

Σύμφωνα με την τεκμηριωμένη γνώση των ειδικών, η Παλαιά Μητρόπολη της Βέροιας αποτελεί το κορυφαίο μνημείο της πόλης και το μοναδικό σε ολόκληρη τη Μακεδονία.

Είναι προφανές, ότι οποιαδήποτε προσθήκη σε ένα τέτοιο μνημείο, καταστρέφει το θαυμαστό, ιστορικό, παλίμψηστο της πόλης και τη δυνατότητα των πολιτών να απολαύσουν και να «διαβάσουν» την ιστορία της!

Η αυθεντικότητα είναι το κυριότερο συστατικό της υπόστασης ενός μνημείου.

Λίγα λόγια για την ιστορία του μνημείου από την έγκυρη ηλεκτρονική σελίδα «Αρχαιολογία  Online»: «Χτισμένη σε τόπο ήδη καθαγιασμένο στα μεσοβυζαντινά χρόνια, μια εποχή σημαντικής ακμής για την πόλη, η εντυπωσιακή τρίκλιτη βασιλική με το εγκάρσιο κλίτος που εμπεριέχει στο σχεδιασμό της την εικόνα του σταυρού θα γίνει το παλίμψηστο στο οποίο καταγράφεται άλλοτε χαρμόσυνα και άλλοτε επώδυνα η πολυτάραχη ιστορία της Βέροιας, αλλά καιολόκληρης της Μακεδονίας.

Το 1204 η Κωνσταντινούπολη πέφτει στα χέρια των σταυροφόρων, τη μοίρα της ακολουθεί και όλη η Μακεδονία, αλλά, πριν περάσουν δέκα χρόνια, ο Δεσπότης  της Ηπείρου Θεόδωρος Άγγελος Δούκας Κομνηνός μπαίνει ελευθερωτής στη Βέροια. Ένα λαμπρό εικονογραφικό πρόγραμμα που αναπτύσσεται στους τοίχους του κεντρικού κλίτους της Μητρόπολης δοξολογεί την αποκατάσταση της ορθόδοξης πίστης και προοιωνίζεται την ανάσταση της αυτοκρατορίας που δεν θα αργήσει.

Στα χρόνια των Παλαιολόγων και του Βεροιώτη Πατριάρχη Νήφωνα η εικονογράφηση του ναού θα συμπληρωθεί με αγιογραφίες υψηλής τέχνης, εξαίρετα δείγματα της παλαιολόγειας αναγέννησης, με αποτέλεσμα η Μητρόπολη της Βέροιας, κατάγραφη με εξαιρετικής ποιότητας αγιογραφίες που χρονολογούνται από τον 12ο ως τον 14ο αιώνα, να γίνει ένα μνημείο-σταθμός που τώρα πια μετά τη συντήρηση και την αποκατάστασή του θα πάρει τη θέση που του αξίζει ανάμεσα στα κορυφαία δείγματα της βυζαντινής τέχνης που έφτασαν ως τις μέρες μας.

Η περίοδος από το 1387, όταν για πρώτη φορά η Βέροια καταλαμβάνεται από τους Οθωμανούς μέχρι την οριστική της κατάληψη το 1433, ήταν εξαιρετικά ταραγμένη. Η Μητρόπολη σίγουρα υφίσταται κάποιες καταστροφές. Ωστόσο είναι πια βέβαιο ότι εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ως χριστιανική εκκλησία μέχρι τα τέλη του 16ου  ή τις αρχές του 17ου αιώνα. Τότε το νότιο κλίτος κατεδαφίζεται, η αντίστοιχη κιονοστοιχία κλείνει με τοίχο, η αψίδα απομονώνεται, οι αγιογραφίες σκεπάζονται με παχύ σοβά και τη θέση της βόρειας κεραίας του σταυρού του εγκάρσιου κλίτους παίρνει ο μιναρές. Η Μητρόπολη γίνεται το κεντρικό τζαμί της πόλης. Παράθυρα και πόρτες αλλάζουν για να εξυπηρετήσουν τις νέες ανάγκες και λίγο αργότερα ένα κομψό προστώο φτιαγμένο από αρχαίες κολώνες υπογραμμίζει την κύρια είσοδο του τεμένους που βλέπει στον κεντρικό δρόμο της πόλης. Πριν από το τέλος του 19ου αιώνα ο δυτικός τοίχος του κτηρίου κατεδαφίζεται και ξανακτίζεται. Ακολουθώντας τη μόδα της εποχής των τελευταίων Σουλτάνων, μεγάλα τοξωτά παράθυρα πλαισιώνουν την πόρτα που χρησιμοποιεί ξανά το βυζαντινό περίθυρο με την αναθηματική επιγραφή του πρώτου κτήτορα Νικήτα, αλλά και τις μαρμάρινες παραστάδες της μνημειακής εισόδου ενός αρχαίου ιωνικού ναού, το υπέρθυρο της οποίας ήταν το κατώφλι του νάρθηκα της βυζαντινής εκκλησίας. Σε μια χειρονομία νεοκλασικισμού η πόρτα επιστέφεται από ένα αέτωμα που όμως δεν είναι τίποτα άλλο από το αυθεντικό μαρμάρινο αέτωμα ενός ταφικού ναΐσκου του 4ου προχριστιανικού αιώνα!

Στο μεταξύ μαγαζάκια και σπίτια αγκαλιάζουν το τζαμί, το βόρειο προστώο κλείνει και το μνημείο αποκτά την εικόνα που αποτυπώνεται στις φωτογραφίες του 1906. Μετά την απελευθέρωση τα εσωτερικά λειτουργικά στοιχεία του τζαμιού εξαφανίζονται και το 1924 η Παλαιά Μητρόπολη της Βέροιας ανακηρύσσεται ιστορικό διατηρητέο μνημείο και λίγο αργότερα γίνεται χώρος συγκέντρωσης των αρχαιοτήτων της πόλης –το πρώτο «μουσείο» της Βέροιας.

Τον Φεβρουάριο του 1941 οι Γερμανοί πετούν κυριολεκτικά έξω στις λάσπες τα αρχαία και κάνουν το πολύπαθο μνημείο στάβλο.

Μετά την απελευθέρωση και τις περιπέτειες του εμφυλίου, με το που οργανώνεται η αρμόδια βυζαντινή εφορεία, αρχίζουν δειλά κάποιες προσπάθειες συντήρησης και ανασκαφές. Η σημασία του μνημείου γίνεται όλο και πιο φανερή ωστόσο η εικόνα του είναι απελπιστική και αυτό αποθαρρύνει και καθυστερεί. Τέλος, το καλοκαίρι του 2010, εγκρίνεται η μελέτη ωρίμανσης για την αποκατάσταση της Παλαιάς Μητρόπολης Βέροιας, το έργο εντάσσεται στο ΕΣΠΑ 2007-2013, ΠΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας με προϋπολογισμό 3.465.000 ευρώ και τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς ξεκινά η υλοποίησή του».

Ο αρχαιολόγος Γιώργος Σκιαδαρέσης στη διδακτορική διατριβή του χαρακτηριστικά αναφέρει: «…ο ναός  της Παλιάς Μητρόπολης Βέροιας, μνημείο εμβληματικό της Βυζαντινής πόλης και ένα από τα κορυφαία του μεσαιωνικού πολιτισμού.  Χτισμένος κοντά στην ακρόπολη της Βέροιας, σε μια περιοχή όπου φαίνεται περιορίστηκε η πόλη κατά τη Βυζαντινή περίοδο και μεταφέρθηκε το εκκλησιαστικό της κέντρο, ο ναός αποτέλεσε για αιώνες την έδρα του τοπικού Επισκόπου. Εντάσσεται στον σύγχρονο πολεοδομικό ιστό, στην συμβολή των οδών Κεντρικής, Περικλέους και Αντωνίου Καμάρα και σηματοδοτεί τοσπουδαιότερο μνημείο της Βέροιας».

Η Προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας Αγγελική Κοτταρίδη χαρακτηρίζει, ως προς την καλλιτεχνική της αξία την Παλαιά Μητρόπολη της Βέροιας, ως «Βυζαντινή CappellaSistina». Ενώ τονίζει την τεράστια καλλιτεχνική  αξία του μνημείου, επισημαίνοντας πως ο Ναός θα γίνει σημείο αναφοράς, καθώς δεν υπάρχουν τόσο μεγάλης αξίας μνημεία στη Μακεδονία.

Ιστορικά στοιχεία

Όταν  η Βέροια πέρασε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1433, ο μητροπολιτικός ναός μετατράπηκε σε τζαμί. Οι Οθωμανοί έκαναν μερικές μετατροπές στο κτήριο και πρόσθεσαν έναν μιναρέ. Η εξωτερική διακόσμηση με αρχαία ελληνικά μοτίβα παρέμεινε αναλλοίωτη (σώζεται μόνο αποσπασματικά σήμερα). Στο εσωτερικό κάλυψαν με γύψο τις τοιχογραφίες του 13ου αιώνα, προκαλώντας σημαντική ζημιά, αλλά και προστασία αφού παρέμειναν καλυμμένες για αρκετούς αιώνες. 

Στο μεταξύ ισόγεια μαγαζάκια με σπίτια στον όροφο, αγκαλιάζουν ολόκληρη τη Βόρεια πλευρά του μνημείου, που είναι πλέον το κορυφαίο τζαμί της πόλης, το βόρειο προστώο κλείνει και το μνημείο αποκτά την εικόνα που αποτυπώνεται στις φωτογραφίες του 1906.

Μετάτην κατάληψη της πόλης από τον Ελληνικό Στρατό κατά τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο (Οκτώβριος 1912), το τζαμί επανακαθαγιάστηκε και λειτούργησε για μια περίοδο ως εκκλησία, τα εσωτερικά λειτουργικά στοιχεία του τζαμιού εξαφανίζονται και το 1924 η Παλαιά Μητρόπολη της Βέροιας ανακηρύσσεται ιστορικό διατηρητέο μνημείο και λίγο αργότερα γίνεται χώρος συγκέντρωσης των αρχαιοτήτων της πόλης –το πρώτο «μουσείο» της Βέροιας. Τον Φεβρουάριο του 1941 οι Γερμανοί πετούν κυριολεκτικά έξω στις λάσπες τα αρχαία και κάνουν το πολύπαθο μνημείο στάβλο.

Μέχρι το 2007, το κτίριο παρέμενε σε ημιερειπιώδη κατάσταση, χωρίς να έχουν γίνει οι κατάλληλες εργασίες συντήρησης ή αποκατάστασης.

Αποκατάσταση του μνημείου

Από τον Οκτώβριο του 2010, το κτίριο υποβλήθηκε σε αποκατάσταση από την 11η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, με προϋπολογισμό 3.465.000 €. Το έργο περιελάμβανε εκτεταμένες επεμβάσεις για την ενίσχυση του κτιρίου και τη διατήρηση των τοιχογραφιών που αποκαλύφθηκαν ξανά, καθώς και των στοιχείων που προστέθηκαν κατά την οθωμανική χρήση ως τζαμί.

Μετά την ολοκλήρωση των εργασιών αποκατάστασης, ο ναός καθαγιάστηκε στις 5 Ιουνίου 2016 από τον Μητροπολίτη Βέροιας, Ναούσης και Καμπανίας Παντελεήμονα».

ΤΟ ΚΥΡΙΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ "ΒΕΡΟΙΑ" (4/12/23)

Φωτορεπορτάζ